Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

english

Mεταφύτευση των ιστορικών ελαιοδέντρων από την έκταση κατασκευής του νέου αερολιμένα Ηρακλείου στο Καστέλι Πεδιάδας

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Olive tree image

Η  ελιά (επιστημονική ονομασία: Olea europaea) είναι δέντρο αειθαλές και αιωνόβιο, ανθεκτική στην ξηρασία και στις υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες, ενώ αντιθέτως υποφέρει σε  θερμοκρασίες μικρότερες των -3 Co. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε υψόμετρο μέχρι τα 900 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, ακόμα και σε φτωχά, πετρώδη και άγονα εδάφη.

Ο αριθμός των καλλιεργούμενων δέντρων παγκοσμίως ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο, ενώ η μέση ετήσια παραγωγή ελαιόλαδου ανέρχεται σε τρία εκατομμύρια τόνους. Η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα είναι οι χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή ελαιόλαδου και βρώσιμων ελιών. Η ιστορία και οι πολιτισμικές παραδόσεις αυτών των χωρών έχουν επηρεαστεί ανεξίτηλα από την καλλιέργεια του αποκαλούμενου ως «ιερό δέντρο» της ελιάς.

Η ελιά κατάγεται πιθανότατα από τις ημιορεινές περιοχές της βόρειας Συρίας. Η πρώιμη καλλιέργειά της ξεκίνησε, για πρώτη φορά στην ευρωπαϊκή ήπειρο, από την Κρήτη στα μέσα της Νεολιθικής εποχής (περ. 6000 - 4000 π.Χ.), όταν πιθανολογείται από την αρχαιολογική επιστήμη ότι έγινε η εξημέρωση της αγριελιάς. Στη συνέχεια, η συστηματική ελαιοκαλλιέργεια διαδόθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα, από όπου οι αρχαίοι Έλληνες τη μετέφεραν δια των αποικιών τους στις παραμεσόγειες χώρες της Ευρώπης (Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία).

Στη Μινωική Κρήτη, από την παλαιοανακτορική ήδη περίοδο (περ. 2000 π.Χ.), η ελιά και το ελαιόλαδο κυριάρχησαν σε όλες τις δραστηριότητες της μινωικής ζωής στη γεωργία, στην οικονομία (τοπική και εξαγωγική), στη θρησκεία και στις τέχνες. Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει αποκαλύψει σημαντικά οργανικά κατάλοιπα (πυρήνες ελαιόκαρπου και ξύλο καλλιεργούμενων ελαιόδεντρων) καθώς και εγκαταστάσεις επεξεργασίας της ελιάς και αποθήκευσης του ελαιόλαδου στις ανασκαφές των ανακτόρων της Κνωσού, της Φαιστού και της Ζάκρου, και σε άλλες αρχαιολογικές θέσεις όπως στις Αρχάνες, στον Κομμό, στο Μύρτο Ιεράπετρας κ.ά. Στην περίπτωση μάλιστα των ανασκαφών στη Ζάκρο Σητείας, βρέθηκε κύπελλο με βρώσιμες ελιές μέσα σε δεξαμενή νερού, που διέσωζαν ακόμη τη σάρκα τους για περισσότερο από 3500 χρόνια! 

Από τη Μινωική περίοδο μέχρι σήμερα, η ελαιοκαλλιέργεια, επεξεργασία, αποθήκευση και εμπορία των ελαιοκομικών προϊόντων αποτελεί μια από τις βασικότερες ενασχολήσεις των κατοίκων της Κρήτης. Αυτή η διαχρονική δραστηριότητα αφενός διασφάλισε την επιβίωση τους, και αφετέρου άφησε πίσω της πλούσιες αρχαιολογικές, καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές μαρτυρίες. O τρόπος άσκησης της ελαιοκαλλιέργειας στο νησί έχει διαφοροποιηθεί στη διάρκεια των αιώνων. Από την αρχαιότητα μέχρι τις αρχές του 17ου μ.Χ. αιώνα, οι κύριες καλλιέργειες στο νησί ήταν τα δημητριακά, τα όσπρια και το αμπέλι. Ο αριθμός των ελαιόδεντρων ανά καλλιεργητή ήταν μικρός, ώστε να καλύπτονται μόνο οι ανάγκες της οικογένειας σε λάδι, για το φαγητό και το φωτισμό της (λύχνος). Από τις αρχές του 1600 μ.Χ. μέχρι σήμερα, η ελαιοκαλλιέργεια έγινε σταδιακά η κύρια αγροτική καλλιέργεια.

Οι ποικιλίες της ελιάς, οι οποίες καλλιεργούνται στην Κρήτη από την αρχαιότητα, είναι η  «χοντρολιά του Αιγαίου» στην κεντρική Κρήτη, η «μαστοειδής» στη δυτική Κρήτη και, η «κορωνέικη» σε ολόκληρο το νησί. Σήμερα καλλιεργούνται περισσότερα από 42 εκατομμύρια ελαιόδεντρα στην Κρήτη, με μέση ετήσια παραγωγή 60-70.000 τόνους έξτρα παρθένου ελαιόλαδου.

Ένας αξιόλογος αριθμός αυτών των ελαιόδεντρων στην κρητική ύπαιθρο παρουσιάζει ιδιαίτερα εντυπωσιακά μορφολογικά χαρακτηριστικά μεγέθους κόμης και πλαστικότητας κορμού, σύμφωνα με τα οποία τα δέντρα φαίνονται να είναι «πολύ μεγάλης» ηλικίας, δηλαδή αιωνόβια. Όπως προκύπτει από μεθόδους δενδροχρονολόγησης που έχουν εφαρμοστεί, τα περισσότερα από τα ζώντα αιωνόβια ελαιόδεντρα φυτεύτηκαν κατά τη διάρκεια της Ενετικής κυριαρχίας του νησιού (1206-1669 μ.Χ.), ενώ υπάρχουν και δέντρα που πηγαίνουν πίσω σε προγενέστερες εποχές και φτάνουν μέχρι τους ρωμαϊκούς, τους κλασσικούς και τους υστερομινωικούς χρόνους (1500 π.Χ.).

Τα τελευταία 30-40 χρόνια, πολλά  αιωνόβια  δέντρα  έχουν εκριζωθεί και αντικατασταθεί με «σύγχρονους» γραμμικούς ελαιώνες, στο βωμό της αύξησης της παραγωγικότητας και της εκτέλεσης σημαντικών έργων υποδομής. Η επιτόπου διάσωση ή/και η μεταφύτευση των ιστορικών ελαιόδεντρων βάσει σχεδιασμού, αποτελεί για την Κρήτη μια δράση μεγάλης πολιτισμικής και περιβαλλοντικής αξίας.